Γερμανικά » Γαλλικά

I . vor|stoßen ανώμ ΡΉΜΑ αμετάβ +sein

II . vor|stoßen ανώμ ΡΉΜΑ μεταβ +haben

Vorstoß ΟΥΣ αρσ

Vorstoß ΣΤΡΑΤ:

offensive θηλ

ιδιωτισμοί:

Vorstoß αρσ

percée θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina