Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: gierig , gieren και Matura

Matura <-; χωρίς πλ> [maˈtuːra] ΟΥΣ θηλ A, CH

I . gierig ΕΠΊΘ

2. gierig (sexuell begierig):

II . gierig ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina