Γερμανικά » Γαλλικά

Geistesgestörte(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ

malade αρσ θηλ mental(e)

geistesgestört ΕΠΊΘ

ιδιωτισμοί:

non mais, ça va pas la tête ? οικ
geistesgestört οικ μειωτ απαρχ
dérangé(e) οικ μειωτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Geistesgestörte Geistesgestörter" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina