Γαλλικά » Γερμανικά

verni(e) [vɛʀni] ΕΠΊΘ

2. verni οικ (chanceux):

I . vernir [vɛʀniʀ] ΡΉΜΑ μεταβ

II . vernir [vɛʀniʀ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με vernies

Lackschuhe Pl /-stiefel Pl

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina