Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „ranmüssen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

ran|müssen ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ οικ

1. ranmüssen (sich nähern müssen):

ranmüssen

2. ranmüssen (mithelfen müssen):

ranmüssen
devoir mettre la main à la pâte οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ranmüssen" σε άλλες γλώσσες

"ranmüssen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina