Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „présélectionné“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

présélectionner [pʀeselɛksjɔne] ΡΉΜΑ μεταβ

2. présélectionner ΤΕΧΝΟΛ:

être présélectionné(e) programme, poste:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina