Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: expatrier , destrier , rapatrier και expatrié

II . expatrier [ɛkspatʀije] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

expatrié(e) [ɛkspatʀije] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

Emigrant(in) αρσ (θηλ)
Auswanderer αρσ /Auswanderin θηλ
Verbannte(r) θηλ(αρσ)
Ausgebürgerte(r) θηλ(αρσ)

destrier [dɛstʀije] ΟΥΣ αρσ ΙΣΤΟΡΊΑ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina