Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: angine και appréhender

angine [ɑ͂ʒin] ΟΥΣ θηλ

II . angine [ɑ͂ʒin]

appréhender [apʀeɑ͂de] ΡΉΜΑ μεταβ

2. appréhender (arrêter):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina