Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: retenter και retendre

retendre [ʀ(ə)tɑ͂dʀ] ΡΉΜΑ μεταβ

2. retendre (disposer à nouveau):

3. retendre (présenter à nouveau):

retenter [ʀ(ə)tɑ͂te] ΡΉΜΑ μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina