Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: impudent και impotent

I . impotent(e) [ɛ͂pɔtɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ

II . impotent(e) [ɛ͂pɔtɑ͂, ɑ͂t] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

[Körper]behinderte(r) θηλ(αρσ)

I . impudent(e) [ɛ͂pydɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ

II . impudent(e) [ɛ͂pydɑ͂, ɑ͂t] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina