Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δρομολογητής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δρομολογητής [ðrɔmɔlɔjiˈtis] SUBST αρσ Η/Υ

δρομολογητής
Router αρσ
ασύρματος δρομολογητής
Funkrouter αρσ
ασύρματος δρομολογητής

Παραδειγματικές φράσεις με δρομολογητής

ασύρματος δρομολογητής
Funkrouter αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский