Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συγγενής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . συγγεν|ής <-ής, -ές> [siɲɟɛˈnis] ΕΠΊΘ

συγγενής
συγγενής εξ αίματος

II . συγγεν|ής [siɲɟɛˈnis] SUBST mf

συγγενής

Παραδειγματικές φράσεις με συγγενής

ένας εγγύτερος συγγενής
συγγενής εξ αίματος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский