Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στόχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στόχος [ˈstɔxɔs] SUBST αρσ

1. στόχος και μτφ (σκοπός):

στόχος
Ziel ουδ
er hat sich δοτ zum Ziel gesetzt, zu
letztes Ziel ουδ
letzter Zweck αρσ
ενδιάμεσος στόχος
Zwischenziel ουδ
κύριος στόχος
Hauptziel ουδ

2. στόχος ΑΘΛ (δίσκος):

στόχος
Zielscheibe θηλ
Mouche θηλ

3. στόχος μτφ (αντικείμενο: χλευασμού κτλ):

στόχος
Gegenstand αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με στόχος

κύριος στόχος
Hauptziel ουδ
letztes Ziel ουδ
letzter Zweck αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский