Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πρωτοβουλία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πρωτοβουλία [prɔtɔvuˈlia] SUBST θηλ

πρωτοβουλία
Initiative θηλ
έχω πρωτοβουλία
παίρνω την πρωτοβουλία

Παραδειγματικές φράσεις με πρωτοβουλία

έχω πρωτοβουλία
νομοθετική πρωτοβουλία
παίρνω την πρωτοβουλία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский