Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καταστροφή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καταστροφή [katastrɔˈfi] SUBST θηλ

1. καταστροφή (αφανισμός, η πράξη):

καταστροφή
Zerstörung θηλ
τέλεια καταστροφή
καταστροφή των όπλων
καταστροφή του περιβάλλοντος

2. καταστροφή (συμφορά):

καταστροφή
Katastrophe θηλ
το γεύμα ήταν τέλεια καταστροφή μτφ

3. καταστροφή (ανθρώπου):

καταστροφή
Ruin αρσ
αυτό είναι η καταστροφή του
είσαι η καταστροφή μου

ιδιωτισμοί:

Schäden αρσ πλ

Παραδειγματικές φράσεις με καταστροφή

ανθρωπογενής καταστροφή
τέλεια καταστροφή
καταστροφή θηλ των όπλων
καταστροφή θηλ των δασών (φθορά)
είσαι η καταστροφή μου
καταστροφή των όπλων
καταστροφή του περιβάλλοντος
σώζω κάποιον από την καταστροφή
το γεύμα ήταν τέλεια καταστροφή μτφ
αυτό είναι η καταστροφή του

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский