στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
gastronomico <πλ gastronomici, gastronomiche> [ɡastroˈnɔmiko, tʃi, ke] ΕΠΊΘ
gastronomico specialità, itinerario, menu:
στο λεξικό PONS
gastronomico (-a) <-ci, -che> [gas·tro·ˈnɔ:·mi·ko] ΕΠΊΘ (prodotto, turismo, cultura)
- gastronomico (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.