στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. dentifricio <πλ dentifrici, dentifricie> [dentiˈfritʃo, tʃi, tʃe] ΕΠΊΘ
II. dentifricio <πλ dentifrici, dentifricie> [dentiˈfritʃo, tʃi, tʃe] ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
dentifricio <-ci> [den·ti·ˈfri:·tʃo] ΟΥΣ αρσ
dentifricio (-a) <-ci, -cie> ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.