Oxford Spanish Dictionary
larguirucho (larguirucha) ΕΠΊΘ οικ
- larguirucho (larguirucha)
-
- larguirucho (larguirucha)
- gangling προσδιορ
-
- larguirucho οικ
-
- larguirucho οικ
- lank figure
- larguirucho οικ
- spindly person
- larguirucho οικ
- weedy αμερικ
- larguirucho οικ
στο λεξικό PONS
larguirucho (-a) ΕΠΊΘ οικ
- larguirucho (-a)
-
larguirucho (-a) [lar·ɣi·ˈru·ʧo, -a] ΕΠΊΘ οικ
- larguirucho (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.