Oxford Spanish Dictionary
intrigante1 ΕΠΊΘ
1. intrigante (que extraña):
- intrigante
-
2. intrigante (que arma intrigas):
- intrigante
-
στο λεξικό PONS
-
- intrigante αρσ θηλ
-
- intrigante
-
- intrigante
-
- intrigante
-
- intrigante
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.