Oxford Spanish Dictionary
interferencia ΟΥΣ θηλ
1. interferencia:
2. interferencia ΓΛΩΣΣ:
στο λεξικό PONS
interferencia ΟΥΣ θηλ tb. ΦΥΣ, ΓΛΩΣΣ
interferencia [in·ter·fe·ˈren·sja, -θja] ΟΥΣ θηλ tb. ΦΥΣ, ΓΛΩΣΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.