dieciochavo1 (dieciochava) ΕΠΊΘ
1. dieciochavo (partitivo):
2. dieciochavo αμφιλεγ (ordinal) para ejemplos ver veinteavo
- dieciochavo (dieciochava)
-
veinteavo1 (veinteava) ΕΠΊΘ
dieciochavo2 ΟΥΣ αρσ
- dieciochavo
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.