Haltung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Haltung (Körperhaltung):
2. Haltung ΑΘΛ:
- Haltung
- style αρσ
4. Haltung χωρίς πλ (Verhalten):
- Haltung
- attitude θηλ
5. Haltung χωρίς πλ (Beherrschtheit):
- Haltung
- contenance θηλ
- Haltung bewahren
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.