στο λεξικό PONS
mul·ti·na·ti·o·nal [mʊltinatsi̯oˈna:l] ΕΠΊΘ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
multinationales Unternehmen phrase ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
- multinationales Unternehmen (Unternehmen, das in verschiedenen Ländern tätig ist)
-
-
- multinationales Unternehmen ουδ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
-
- multinationales Unternehmen
-
- multinationales Unternehmen
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.