I. her·me·tisch [hɛrˈme:tɪʃ] ΕΠΊΘ τυπικ
- hermetisch
-
II. her·me·tisch [hɛrˈme:tɪʃ] ΕΠΊΡΡ
- hermetisch abgeschlossen
-
-
- hermetisch
- hermetically sealed μτφ
- hermetisch abgeriegelt
-
- hermetisch
- hermetic μτφ
- hermetisch τυπικ
-
- hermetisch abgedichtet
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.