στο λεξικό PONS
Vo·la·ti·li·tät <-, -en> [volatiliˈtɛ:t] ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
- Volatilität (Wertschwankungsneigung)
-
-
- Volatilität θηλ <-, -en>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
historische Volatilität phrase ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- historische Volatilität (Volatilität, die auf den historischen Preisschwankungen basiert)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.