στο λεξικό PONS
Markt·seg·men·tie·rung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
- Marktsegmentierung
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Marktsegmentierung ΟΥΣ θηλ ΜΆΡΚΕΤΙΝΓΚ
- Marktsegmentierung (Aufteilung des Gesamtmarktes nach bestimmten Kriterien)
-
-
- Marktsegmentierung θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.