ju·ni·or [ˈju:ni̯o:ɐ̯] ΕΠΊΘ τυπικ
- junior
- junior
Ju·ni·or (Ju·ni·o·rin) <-s, -en> [ˈju:ni̯o:ɐ̯, juˈni̯o:rɪn, πλ juˈni̯o:rən] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Unterstützung für mehr als 200 Einzelprojekte gesucht
Seeking support for more than 200 individual projects