Fin·ger·knö·chel <-s, -> ΟΥΣ αρσ
Knö·chel·bruch <-(e)s, -brüche> ΟΥΣ αρσ
- Knöchelbruch (Fingerknöchelbruch)
-
ver·knö·chert [fɛɐ̯ˈknœçɐt] ΕΠΊΘ
Fin·ger·kno·chen <-s, -> ΟΥΣ αρσ
-
- phalanx ειδικ ορολ
I. knö·chel·tief ΕΠΊΘ
II. knö·chel·tief ΕΠΊΡΡ
Schä·del·bruch <-(e)s, -brüche> ΟΥΣ αρσ
Sie·gel·bruch <-(e)s, -brüche> ΟΥΣ αρσ ΝΟΜ
Schen·kel·bruch <-(e)s, -brüche> ΟΥΣ αρσ
Wir·bel·bruch <-(e)s, -brüche> ΟΥΣ αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.