Amei·sen·staat <-(e)s, -en> ΟΥΣ αρσ
Amei·sen·lö·we ΟΥΣ αρσ ΖΩΟΛ
Amei·sen·igel <-s, -> ΟΥΣ αρσ ΖΩΟΛ
Amei·sen·bär <-en, -en> ΟΥΣ αρσ
Amei·sen·hau·fen <-s, -> ΟΥΣ αρσ
Amei·sen·säu·re <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.