στο λεξικό PONS
Ab·satz·för·de·rung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
Ab·satz·for·ma·tie·rung <-, -en> ΟΥΣ θηλ Η/Υ
Ab·satz·flau·te <-, -n> ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
Ab·satz·for·mat <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ ΤΥΠΟΓΡ, Η/Υ
Ab·satz·plus <-, ohne pl> ΟΥΣ ουδ kein πλ ΕΜΠΌΡ
Ab·satz·weg ΟΥΣ θηλ
Absatzweg ΕΜΠΌΡ → Absatzschiene
Ab·satz·schie·ne ΟΥΣ θηλ ΕΜΠΌΡ
Ab·satz·en·de <-s, ohne pl> ΟΥΣ ουδ ΤΥΠΟΓΡ, Η/Υ
Keil·ab·satz <-es, -sätze> ΟΥΣ αρσ
satz·fer·tig ΕΠΊΘ ΤΥΠΟΓΡ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Erstabsatz ΟΥΣ αρσ ΜΆΡΚΕΤΙΝΓΚ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.