hémisphère [emisfɛʀ] ΟΥΣ αρσ
thermosphère [tɛʀmosfɛʀ] ΟΥΣ θηλ
planisphère [planisfɛʀ] ΟΥΣ αρσ
-
- Weltkarte θηλ
atmosphère [atmɔsfɛʀ] ΟΥΣ θηλ
1. atmosphère (couche de gaz):
-
- Atmosphäre θηλ
2. atmosphère ΜΕΤΕΩΡ, ΦΥΣ, ΓΕΩΛ:
3. atmosphère (air):
-
- Luft θηλ
4. atmosphère (ambiance):
ιδιωτισμοί:
chemiser ΡΉΜΑ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- levure
- lexical
- lexicographie
- lexicologie
- lexique
- lhémisphère
- liaison
- liane
- liant
- liard
- lias