hémisphère [emisfɛʀ] ΟΥΣ αρσ
1. hémisphère:
- hémisphère
- Halbkugel θηλ
2. hémisphère ΓΕΩΓΡ:
- hémisphère
-
3. hémisphère ΑΣΤΡΟΝ:
- hémisphère
-
4. hémisphère ΑΝΑΤ:
- hémisphère
- Gehirnhälfte θηλ
- hémisphère
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.