animateur (-trice) [animatœʀ, -tʀis] ΟΥΣ αρσ, θηλ
1. animateur (spécialiste de l'animation):
2. animateur (présentateur) d'un débat, jeu:
dangereux (-euse) [dɑ͂ʒʀø, -øz] ΕΠΊΘ
réanimateur (-trice) [ʀeanimatœʀ, -tʀis] ΟΥΣ αρσ, θηλ (personne)
- réanimateur (-trice)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.