- routière
- Fernfahrerin θηλ
- routière
- Straßenfahrerin θηλ
- routière
-
- routière θηλ ΑΥΤΟΚ
- Tourenwagen αρσ
- routier (-ière)
- Fernfahrer αρσ
- routier (-ière)
- Straßenfahrer αρσ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.