Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. audac|ieux (audacieuse) [odasjø, øz] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
I. audacieux (-euse) [odasjø, -jøz] ΕΠΊΘ
I. audacieux (-euse) [odasjø, -jøz] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.