

- amplification
-
- médiatique exploitation, amplification
-


- amplification ΑΚΟΥΣΤΙΚΌ, ΗΛΕΚ
- amplification θηλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Αναζήτηση στο λεξικό
- amphigourique
- amphithéâtre
- amphitryon
- amphore
- ample
- amplification
- amplifier
- ampliforme
- amplitude
- ampoule
- ampoulé