shat [ʃæt] ΡΉΜΑ αμετάβ esp βρετ
shat παρελθ, μετ παρακειμ of shit:
I. shit [ʃɪt] πολύ οικ! ΟΥΣ
4. shit no πλ (unfairness):
5. shit no πλ αμερικ (anything):
III. shit <-tt-, shit [or shitted] [or shat], shit[or shitted] [or shat]> [ʃɪt] πολύ οικ! ΡΉΜΑ αμετάβ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.