I. manu·al [ˈmænjuəl] ΕΠΊΘ
1. manual:
2. manual (hand-operated):
II. manu·al [ˈmænjuəl] ΟΥΣ
1. manual (book):
2. manual ΑΥΤΟΚ (vehicle):
- manual
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.