col·or ΟΥΣ ΕΠΊΘ ΡΉΜΑ αμετάβ, μεταβ αμερικ
color → colour:
I. col·our [ˈkʌləʳ] ΟΥΣ
1. colour:
4. colour:
II. col·our [ˈkʌləʳ] ΡΉΜΑ μεταβ
2. colour (distort):
-
- olepševati [στιγμ olepšati]
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.