awk·ward [ˈɔ:kwəd] ΕΠΊΘ
2. awkward (embarrassing):
3. awkward (inconvenient):
- awkward
-
- awkward
-
4. awkward (clumsy):
- awkward
-
- awkward
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.