D <-'s [or -s]>, d <-'s> [di:] ΟΥΣ
A <-'s [or -s]>, a <-'s> [eɪ] ΟΥΣ
d.
d. συντομογραφία: died:
- d.
-
ˈD-Day ΟΥΣ no άρθ
1. D-Day ΙΣΤΟΡΊΑ:
- D-Day
-
three-ˈD ΕΠΊΘ οικ
three-D συντομογραφία: three-dimensional:
three-di·ˈmen·sion·al ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.