I. toilet-trained [ˈtɔɪlɪttreɪnd] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
toilet-trained → toilet-train
II. toilet-trained [ˈtɔɪlɪttreɪnd] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.