στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
 
 dreamy [βρετ ˈdriːmi, αμερικ ˈdrimi] ΕΠΊΘ
1. dreamy (distracted):
-  dreamy
 -  
 
3. dreamy (dreamlike):
-  dreamy story, scene, day
 -  
 
4. dreamy (attractive) αρχαϊκ, οικ:
-  dreamy person
 -  
 
-  dreamy house, car, dress
 -  
 
στο λεξικό PONS
 
 dreamy <-ier, -iest> [ˈdri:·mi] ΕΠΊΘ
1. dreamy (dreamlike):
-  dreamy
 -  
 
2. dreamy (as in daydream):
-  dreamy
 -  
 
3. dreamy οικ (wonderful):
-  dreamy
 -  fantastico, -a
 
 
 -  
 -  dreamy
 
-  trasognato (-a)
 -  dreamy
 
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.