στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
appreciable [βρετ əˈpriːʃəb(ə)l, əˈpriːʃɪəb(ə)l, αμερικ əˈpriʃ(i)əb(ə)l] ΕΠΊΘ
- appreciable difference, reduction, change
-
- appreciable quantity
-
- appreciable time
-
- apprezzabile qualità
- appreciable
- apprezzabile differenza, cambiamento
- appreciable
- sensibile regresso, aumento, differenza
- appreciable
στο λεξικό PONS
appreciable [ə·ˈpri:·ʃə·bl] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.