στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. adverbial [βρετ ədˈvəːbɪəl, αμερικ ædˈvərbiəl] ΟΥΣ
- adverbial
-
- adverbial
-
II. adverbial [βρετ ədˈvəːbɪəl, αμερικ ædˈvərbiəl] ΕΠΊΘ
- adverbial
-
- adverbial phrase
-
στο λεξικό PONS
adverbial [æd·ˈvɜ:r·bi·əl] ΕΠΊΘ
- adverbial
-
-
- adverbial
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.