Oxford Spanish Dictionary
timely <timelier timeliest> [αμερικ ˈtaɪmli, βρετ ˈtʌɪmli] ΕΠΊΘ
- timely
-
στο λεξικό PONS
- tempestivo (-a)
- timely
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.