Oxford Spanish Dictionary
objectionable [αμερικ əbˈdʒɛkʃ(ə)nəb(ə)l, βρετ əbˈdʒɛkʃ(ə)nəb(ə)l] ΕΠΊΘ
- objectionable attitude/remark
-
- objectionable attitude/remark
-
- objectionable person/tone
-
- objectionable language
-
-
- objectionable
στο λεξικό PONS
objectionable [əbˈdʒekʃənəbl] ΕΠΊΘ τυπικ
objectionable [əb·ˈdʒek·ʃə·nə·bəl] ΕΠΊΘ τυπικ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- obey
- obfuscate
- obfuscation
- ob-gyn
- obit
- objectionable
- objective
- objectively
- objectivism
- objectivity
- object language