Oxford Spanish Dictionary
I. mercenary <pl mercenaries> [αμερικ ˈmərsəˌnɛri, βρετ ˈməːsɪn(ə)ri] ΟΥΣ
II. mercenary [αμερικ ˈmərsəˌnɛri, βρετ ˈməːsɪn(ə)ri] ΕΠΊΘ
mercenary person/attitude:
στο λεξικό PONS
I. mercenary [ˈmɜ:sɪnəri, αμερικ ˈmɜ:rsəner-] -ies ΟΥΣ
II. mercenary [ˈmɜ:sɪnəri, αμερικ ˈmɜ:rsəner-] -ies ΕΠΊΘ
- mercenario (-a)
-
I. mercenary <-ies> [ˈmɜr·sə·ner·i] ΟΥΣ
II. mercenary [ˈmɜr·sə·ner·i] ΕΠΊΘ
- mercenario (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- menu-bar
- menu-driven
- meow
- MEP
- meperidine
- mercenaries
- mercenary
- mercerized
- merch
- merchandise
- merchandiser