Oxford Spanish Dictionary
externally [αμερικ ɪkˈstərnəli, βρετ ɪkˈstəːn(ə)li, ɛkˈstəːn(ə)li] ΕΠΊΡΡ
1.1. externally (on the outside):
1.2. externally sentence επίρρ:
- externally
-
-
- externally
-
- externally
στο λεξικό PONS
-
- externally
-
- externally
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.