Oxford Spanish Dictionary
breezy <breezier breeziest> [αμερικ ˈbrizi, βρετ ˈbriːzi] ΕΠΊΘ
1. breezy (windy):
2.2. breezy (nonchalant):
- breezy
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.